Συνέντευξη στη Δήμητρα Διδαγγέλου, Ψυχολόγο – Επιστημονικό Δημοσιογράφο, MSc Ψυχολογία & Μ.Μ.Ε.
Μιλήστε μας λίγο για το βιβλίο σας «Ψυχοθεραπευτική προσέγγιση του καρκινοπαθούς». Τι σας ώθησε να το γράψετε και τι μπορεί να βρει σ’ αυτό ο αναγνώστης/η αναγνώστρια;
Υπάρχουν αρκετές βιβλιογραφικές αναφορές στον ιδιωτικό τομέα για την ψυχοκοινωνική αποκατάσταση των συμπτωμάτων των καρκινοπαθών και της ψυχαναλυτικής ψυχοθεραπείας. Αντιθέτως είναι περιορισμένη η εμπειρία στην χώρα μας και λιγοστές οι αναφορές για τις ψυχοθεραπευτικές πρακτικές στο χώρο του δημόσιου νοσοκομείου. Σε αυτό συντείνει το γεγονός ότι η νόσηση από καρκίνο εκλαμβάνεται σαν μία κατεξοχήν σωματική ασθένεια. Συνήθως οι αντιστάσεις των ασθενών και οι προκαταλήψεις που την συνοδεύουν εμποδίζουν την ψυχική διερεύνηση και την εγκατάσταση της θεραπευτικής σχέσης. Η ψυχοσωματική οντότητα -άνθρωπος- υπολείπεται στην αντιμετώπισή της από την κλασική ιατρική επειδή περιορίζεται κυρίως στο σώμα και στα νοσούντα όργανα εις βάρος της ψυχικής συνιστώσας, της πλευράς του αρρώστου που υποφέρει και πάσχει. Είναι υποκειμενική και όχι αληθινά πραγματική και κυρίως αποδίδεται στην θρησκεία και στον πνευματικό. Κατά συνέπεια η θεραπεία του καρκίνου έχει παραμείνει στο υλικό σώμα.. Η άποψη ότι ο καρκίνος είναι αποκλειστικά μια σωματική ασθένεια τείνει να αντικατασταθεί από την ενοποιημένη έννοια του ψυχοσώματος, σύμφωνα με την οποία συνδυασμένοι σωματικοί και ψυχικοί παράγοντες συμβάλλουν στην εκδήλωση της συμπτωματολογίας και στην πρόκληση της ασθένειας. Ο τίτλος του βιβλίου εκφράζει το κορμό του περιεχομένου, τα παρακλάδια του θα εμπλουτίσουν τις γνώσεις μας για την πρόληψη και τους ψυχοφυσιολογικούς μηχανισμούς οι οποίοι ενέχονται στην ασθένεια. Ο αναγνώστης/α θα βρει στοιχεία της αλληλεπίδρασης ψυχής-σώματος, χρήσιμα για την πρόληψη και τους στρεσσογόνους παράγοντες που ενέχονται στην πρόκληση της ασθένειας. Ο πάσχων από την πλευρά του στην προσπάθεια του να δώσει νόημα για αυτά που του συμβαίνουν, ενοχοποιημένος θα αναζητήσει την εμπλοκή του σε αυτά. Ως εκ τούτου το βιβλίο δεν απευθύνεται μόνο στο προσωπικό επαγγελμάτων υγείας αλλά σε όλους όσους έχουν ενδιαφέρον και περιέργεια για αναζήτηση.
Όσον αφορά στις αιτίες εμφάνισης και στην αντιμετώπιση του καρκίνου υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις, από την κλασική ιατρική που τον αντιμετωπίζει ως οργανική νόσο μέχρι τις διάφορες νεότερες κυρίως προσεγγίσεις είτε ψυχολογικές είτε εναλλακτικές οι οποίες εστιάζουν στους ψυχο-συναισθηματικούς παράγοντες. Ποια είναι η δική σας προσέγγιση;
Η Ψυχοθεραπευτική προσέγγιση που επικαλούμαι έχει κοινά γνωρίσματα και αρχές με την ψυχαναλυτική θεραπεία. Βασίζεται στην αρχή της ισοτιμίας του ασυνείδητου του ασθενούς με αυτό του θεραπευτή. Απευθύνεται στη συνειδητή διάσταση της ύπαρξης και αφορά το τραύμα της διάγνωσης του καρκίνου και τα συναισθήματα θυμού, ματαίωσης, ενοχής και εχθρότητας που βιώνει ο ασθενής με αφορμή την ασθένεια και την θεραπεία της στο παρόν. Σε αντιδιαστολή με την ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία η οποία εστιάζεται σε ψυχοσυγκρούσεις του ασυνειδήτου και στην ερμηνεία τους. Το ψυχαναλυτικό πρίσμα κάτω από το οποίο βλέπει ο ψυχοθεραπευτής τον καρκινοπαθή διαφέρει από άλλες μορφές ψυχοθεραπείας. Δίνει χώρο και χρόνο στην ακρόαση του ασθενούς, ο οποίος έχει ένα πρόσωπο αναφοράς για να μοιραστεί αυτά που βιώνει. Δεν κατευθύνει και δεν δίνει έτοιμες λύσεις. Ο ασθενής δεν είναι ο παθητικός δέκτης αλλά ο συνεργάτης μιας άνισης και δύσκολης σχέσης. Αποβλέπει στην ικανοποίηση των συμβολικών αναγκών του ασθενούς. Στηρίζεται στη σχέση που εγκαθίσταται στο εδώ και τώρα. Η έμφαση είναι στο συναισθηματικό αντίκτυπο και στο σοκ της διάγνωσης που έχει προκληθεί από την ασθένεια στη ζωή τους. Η Ψυχοθεραπεία δεν θεραπεύει τον καρκίνο αλλά επιδρά καταλυτικά στην προσαρμογή και στην κατανόηση της φύσης των εκδηλώσεων της ασθένειας και στη συμφιλίωση του ασθενούς με τα συναισθήματα που προκαλούνται από την νόσο και την θεραπεία της (απώλειες, κρίσεις θανάτου,ακρωτηριασμοί και ευνουχισμοί του σώματος).
Τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί κατά πολύ τα κρούσματα της νόσου του καρκίνου. Πού μπορεί να οφείλεται αυτό; Πόσο έχει συμβάλει ο σύγχρονος τρόπος ζωής;
Ο δυτικός πολιτισμός ενθαρρύνοντας τον ανταγωνισμό και το στρες στα μέλη της κοινωνίας, στήριξε την αυτοεκτίμηση στην απόκτηση υλικών αγαθών και στην ικανοποίηση των επιθυμιών της προσωπικότητας σε βάρος των συναισθημάτων και των αναγκών της ψυχής. Όσο περισσότερο τεχνολογικά εξελιγμένη είναι μια κοινωνία τόσο λιγότερο καλλιεργεί την συναισθηματική έκφραση και αποτρέπει την ικανοποίηση των συνολικών πραγματικών αναγκών του ανθρώπου, επενδύοντας στην ηδονιστική απόλαυση του φαίνεσθαι. Ο σημερινός άνθρωπος παρ’ όλο που είναι περισσότερο εκτεθειμένος στη ηλεκτρονική γνώση και στην πολλαπλή ενημέρωση, είναι πιο αποστασιοποιημένος από τα συναισθήματά του. Είναι βέβαια αρκετά παρήγορο το γεγονός ότι σήμερα οι νέοι άνθρωποι απευθύνονται ευκολότερα στον ειδικό για επίλυση δυσκολιών που ανακύπτουν στην καθημερινότητα τους και απενοχοποιημένοι από το στίγμα του Ψ.
Γιατί το άκουσμα και μόνο της λέξης «καρκίνος» προκαλεί τρόμο;
Είναι βαθιά ριζωμένες οι κοινωνικές προκαταλήψεις που συνοδεύουν τον καρκίνο. Αποφεύγεται η χρήση της λέξης καρκίνος επειδή συνδέεται με τον θάνατο και το αρνητικό. Οι προκαταλήψεις και οι αρνητικές εκτιμήσεις που συνοδεύουν την ασθένεια ανακυκλώνονται από την άγνοια και τον φόβο σε σχέση με την ασθένεια και την αντιμετώπιση της με αποτέλεσμα την απόκρυψη και την περιθωριοποίηση του πάσχοντος. Ο ασθενής εκτός και από τις ενοχές ότι ο ίδιος/α με τις επιλογές του προκάλεσε την ασθένεια, επιβαρύνεται από μύθους και προκαταλήψεις της ασθένειας οι οποίες επαναλαμβάνονται ανεπεξέργαστες μέσα από κοινωνικά στερεότυπα.
Από ποιους παράγοντες εξαρτάται το πώς θα αντιμετωπίσει ψυχολογικά το κάθε άτομο την ασθένεια του καρκίνου;
Το μέσο για την επίτευξη των επιθυμητών αλλαγών είναι η εγκατάσταση της θεραπευτικής σχέσης. Οι ασθενείς δυσκολεύονται να κάνουν επαφή με τον γιατρό – θεραπευτή επειδή η σχέση που αναπτύσσουν με τον όγκο αποκλείει κάθε άλλου είδους σχέση. Το τραύμα του ψυχοσώματος στην περίπτωση του καρκίνου, δηλαδή η εγκατάστασης της ψυχής στο σώμα, ανάγεται στην πρώιμη ηλικία και στη περίοδο αποχωρισμού και της εξατομίκευσης. Ο ασθενής με την βοήθεια του θεραπευτή θα αντιστοιχήσει τις εκδηλώσεις των συγκινήσεων στο σώμα με την εσωτερικά βιούμενη υποκειμενική πραγματικότητα. Τι σημαίνει αυτό; Σε φυσιολογικές συνθήκες οι σωματικές εκδηλώσεις των συγκινήσεων στο σώμα όπως π.χ η ταχυκαρδία, η ταχύπνοια, οι πονοκέφαλοι, το κενό στο στομάχι κ.ά βιώνονται ταυτόχρονα και βρίσκονται σε συγχρονισμό με την βιούμενη υποκειμενική συναισθηματική κατάσταση. Σε παθολογικές συνθήκες και σε απουσία ψυχικής επεξεργασίας (φαντασιακής, αναπαραστατικής και συμβολικής) οι διεγέρσεις και τα ερεθίσματα μεταφέρονται ακατέργαστα μέσω του αυτόνομου νευρικού συστήματος (ΑΝΣ) στα όργανα και εκφορτίζονται αποσυνδεδεμένα και ανεξάρτητα. Δηλαδή αυτό που θα έπρεπε να βιωθεί ψυχικά εκφορτίζεται σωματικά. Η κατάσταση θα ήταν διαφορετική αν το κενό και το έλλειμα που προκαλούσε το τραύμα εύρισκε διέξοδο μέσω των σκέψεων και των συναισθημάτων και γινόταν υλικό συζήτησης. Με αυτό τον τρόπο θα αποκαθίστατο η συνέχεια της ψυχής με το σώμα. Συνήθως αυτό που συναντάμε στην κλινική πράξη είναι η μειωμένη ψυχική επεξεργασία των αντιληπτικών ερεθισμάτων-διεγέρσεων του περιβάλλοντος να προσβάλει την συμβολική, φαντασιακή αναπαραστατική λεκτική έκφραση.
Ο ψυχοθεραπευτής είναι δυνατόν να διαμορφώσει νόημα εκεί που δεν υπάρχει. Οι ψυχοθεραπευτικές κατασκευές μπορούν να χρησιμοποιήσουν σωματικά δεδομένα και στοιχεία συμπεριφοράς στερούμενα νοήματος ως προπομπούς φαντασιώσεων καθιστώντας έτσι το σώμα και τις δράσεις του ως μέρος της ψυχικής πραγματικότητας. Οι σωματικές εμπειρίες και πράξεις γίνονται ελκυστές φαντασιώσεων θέτοντας τις διεγέρσεις υπό την αρχή της ευχαρίστησης και οι συνδέσεις που γίνονται τείνουν να εντάξουν τις ωμές φορτίσεις σε νοητικά μορφώματα.
Μέσα από την θεραπευτική σχέση θα έρθουν στην επιφάνεια συμπεριφορές και πεποιθήσεις που συμβάλλουν στην εμφάνιση των συμπτωμάτων και στην κατανόηση, ικανότητα προσαρμογής και διαχείρισης της νόσησης και της θεραπείας. Ο χώρος και χρόνος που αφιερώνεται στην ακρόαση του ασθενούς για την έκφραση των συναισθημάτων τον απαλλάσσει από φαντασιώσεις και προκαταλήψεις που συνοδεύουν την ασθένεια του τύπου ότι η έκφραση των συναισθημάτων θα προκαλούσε μεγαλύτερο κακό απ΄ότι η αποσιώπησή τους.
Ποιος ο ρόλος του ειδικού στην ψυχική υγεία στην περίπτωση ενός καταληκτικού ασθενή;
Η αντιμετώπιση των συμπτωμάτων και των παρενεργειών της θεραπείας (πόνοι, έμετοι, χειρουργικές επεμβάσεις, ακρωτηριασμοί, προβλήματα σίτισης, περιορισμός κινητικότητας) και οι εκκρεμότητες που προκύπτουν στον καταληκτικό ασθενή δεν αφορούν μόνο τον θεράποντα γιατρό, αλλά προϋποθέτουν κατάλληλη ομάδα υποστήριξης, η οποία με ευαισθησία λαμβάνει υπόψη της την συνολική εικόνα για μέριμνα και αντιμετώπιση των αναγκών του τελικού ασθενούς και των μελών της οικογένειάς του. Η υποστήριξη των αναγκών και η ποιότητα ζωής των καταληκτικών ασθενών για ένα γαλήνιο, ανώδυνο και ειρηνικό τέλος, εκτός της ανακούφισης από τον πόνο και την απομόνωση θα πρέπει να συνοδεύεται από την παρουσία ενός ευαίσθητου συμπαραστάτη στο πλευρό του ασθενή για να μοιραστεί την οδύνη και την αγωνία του θανάτου. Να είναι εκπαιδευμένος στο να ακούει και να αντιλαμβάνεται θέματα που αφορούν την σιωπηρή συμπτωματολογία, όπως είναι συναισθήματα και σκέψεις που προκύπτουν από την νόσο και τις παρενέργειες της θεραπείας. Να είναι ενήμερος της λεκτικής και η εξωλεκτικής συμπεριφοράς του, να εμπεριέχει τα προβαλλόμενα συναισθήματα χωρίς να τα εκδραματίζει. Η παρουσία του συμπαραστάτη από μόνη της διαλύει ανησυχίες και φόβους εγκατάλειψης.
Τι ρόλο μπορεί να παίξει η πίστη και η πνευματικότητα στην ψυχολογική πορεία της νόσησης από καρκίνο;
Ως πνευματικότητα ορίζεται η αναζήτηση βαθύτερου νοήματος και σκοπού της ζωής. Ο άνθρωπος σε αντίθεση με τα άλλα θηλαστικά έχει επίγνωση του πεπερασμένου της ζωής και της θνητότητας του, γι΄ αυτό και φοβάται τον θάνατο. Ο φόβος του θανάτου έχει εντέχνως ενσταλαχτεί στις συνειδήσεις των ανθρώπων για να ελέγχονται οι πληθυσμοί. Οι πνευματικές ανάγκες των πασχόντων εκλαμβάνονται από τους λειτουργούς υγείας ως δεύτερης σημασίας κι υποτιμώνται εν όψει μιας απειλητικής για την ζωή διάγνωσης του καρκίνου. Η διερεύνηση των κανόνων του σύμπαντος την εποχή της πληροφόρησης και η στροφή προς την πνευματικότητα, μας βρίσκει απροετοίμαστους να αντιμετωπίσουμε τις ανησυχίες και τους φόβους θανάτου που συνυπάρχουν σε κάθε μορφή ασθένειας. Οι ασθενείς που αποδέχονται την αρχή και το τέλος της ζωής βρίσκουν ανακούφιση από το άγχος και το φόβο θανάτου μέσα από πνευματικές ενασχολήσεις και αναζητήσεις ως άμυνα στα κατακλυσμικά συναισθήματα που βιώνουν, παρουσιάζουν καλλίτερη υγεία, ποιότητα ζωής και μείωση του άγχους. Η συνειδητοποίηση και η υπέρβαση των δυσκολιών της τρέχουσας καθημερινότητας μας δίνει την αίσθηση της αυτοπραγμάτωσης και της συνειδητοποίησης του πεπερασμένου μικρόκοσμου της ύπαρξης στο αιώνιο και συνεχές του μακρόκοσμου. Η επίγνωση του γεγονότος ότι η ίδια η προσωπική μας ζωή έχει ένα τέλος μας τρομάζει λιγότερο αν αποδεχθούμε ότι αποτελούμε μέρος ενός ευρύτερου σύμπαντος το οποίο εξελίσσεται στο διηνεκές.
Πιστεύετε ότι η χώρα μας έχει επαρκείς δομές για τους καρκινοπαθείς για την περίθαλψη και τη στήριξή τους σε σωματικό και ψυχολογικό επίπεδο; Τι χρειάζεται βελτίωση κατά τη γνώμη σας;
Στο Συμπόσιο για την Ανακουφιστική Φροντίδα τον Φεβρουάριο του 2019 στην Αθήνα με πρωτοβουλία του ιδρύματος Σ. Νιάρχος, διαπιστώθηκε ότι η χώρα μας υπολείπεται σημαντικά στην ανάπτυξη μονάδων που θα εξυπηρετούσαν το 37% των αιτούντων αυτής της φροντίδας καρκινοπαθών. Το χάσμα ανάμεσα στις ανάγκες και στις δυνατότητες κάλυψης τους είναι πολύ μεγάλο. Επί του παρόντος, καλύπτεται περίπου το 1% από νοσοκομειακές δομές για καταληκτικούς ασθενείς. Σημειωτέον ότι στα δημόσια νοσοκομεία υπάρχει παντελής απουσία δικτύου υποστήριξης. Στο νοσοκομείο « ο Άγιος Σάββας» με ατομική πρωτοβουλία του προσωπικού ασκείται σιωπηλά σημαντικό ανθρωπιστικό έργο.
Η παρουσία του ευαίσθητου ψυχοθεραπευτή είναι σύμπλοκη, αφορά την ασθένεια, τον ασθενή και τις σχέσεις του με το οικογενειακό, ιατρικό και νοσηλευτικό περιβάλλον. Υπό αυτές τις συνθήκες ο ασθενής δεν νοιώθει ότι εγκαταλείπεται, διευκολύνεται η επικοινωνία και η ανταλλαγή απόψεων με τους θεράποντες και τους συγγενείς. Υποβοηθείται να μοιραστεί-παρουσία του συμπαραστάτη-τους φόβους και τις ανησυχίες του γύρω από το επικείμενο γεγονός της απώλειας της ζωής.
Ο συμπαραστάτης χωρίς να προβάλλει την κοσμοθεωρία του, ακούει τις ανησυχίες και τους φόβους των πασχόντων χωρίς προκαταλήψεις. Δεν παρεμβαίνει, δεν διακόπτει δεν υπόσχεται, ούτε γνωρίζει εκ των προτέρων. Με την παρουσία του και την ήρεμη/συνειδητοποιημένη εξωλεκτική του συμπεριφορά ευοδώνει την επικοινωνία και ανακουφίζει από το μαρτύριο της μοναξιάς. Με το να είμαστε όχι δίπλα αλλά μαζί μπορεί να συμβούν αλλαγές στην διάθεση. Αξίζει να σημειωθεί ότι μόλις τον περασμένο χρόνο θεσμοθετήθηκε στην χώρα μας η παροχή φροντίδας στους καταληκτικούς ασθενείς που μέχρι σήμερα παρεχόταν ελλιπώς από ιδιωτικούς φορείς.
Από την πολύχρονη επαφή σας με καρκινοπαθείς υπάρχει κάποια ανάμνηση που θα θέλατε να μοιραστείτε με τους αναγνώστες μας;
Σε αναμονή της σειράς μου για την ειδικότητα υπηρέτησα και για διάστημα 8-9 μηνών στο νοσηλευτικό ίδρυμα “Άγιοι Ανάργυροι” στο Καλυφτάκι. Σε θάλαμο τεσσάρων ατόμων μέχρι το απόγευμα υπέγραψα τρία αποβιωτήρια. Πριν έλθει το βραδινό γεύμα ο τέταρτος ασθενής του θαλάμου προφανώς αγχωμένος από τους θανάτους των συνασθενών του με φωνή στεντόρια με καλούσε: ΓΙΑΤΡΕ ΦΕΡΕ ΜΟΥ ΝΑ ΦΑΩ! ΝΑ ΦΑΩ! ΝΑ ΧΟΡΤΑΣΩ!
{Το βιβλίο “Ψυχοθεραπευτική προσέγγιση του καρκινοπαθούς” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός.}
Λίγα λόγια για τον Αθανάσιο Μπαζίνη
Ο Θανάσης Μπαζίνης, αριστούχος απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Μιλάνου, απέκτησε τον τίτλο της ειδικότητας του Νευρολόγου-Ψυχιάτρου στην Αθήνα. Μετεκπαιδεύτηκε ως υπότροφος κοινοτικού προγράμματος στην επείγουσα Ψυχιατρική, στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο Guy΄s του Λονδίνου. Εκπαιδεύτηκε ως αναλυτής στην Ελληνική Εταιρία Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας καθώς και στο Ινστιτούτο Κλασικής Ανάλυσης. Παρακολούθησε το πρόγραμμα ομαδικής θεραπείας σύμφωνα με τις αρχές του Bowen.
Τα περισσότερα χρόνια της καριέρας του υπηρέτησε σε χώρους νοσηλείας καρκινοπαθών. Αρχικά στο Νοσηλευτικό Ίδρυμα «Οι Άγ. Ανάργυροι» και ακολούθως στο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Αθηνών «Ο Άγ. Σάββας» επί είκοσι οχτώ έτη υποστηρίζοντας ψυχοθεραπευτικά τις ανάγκες των ασθενών. Ίδρυσε το Ιατρείο Πόνου και την Διεπιστημονική Ομάδα υποστήριξης των ασθενών στο εν λόγω νοσοκομείο.
Πραγματοποίησε εκπαιδευτικά προγράμματα στην Ψυχοογκολογία και οργάνωσε ημερίδες με σχετικά θέματα.
Έχει γράψει πολυάριθμα άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά και έχει συμμετάσχει σε πολλά επιστημονικά συνέδρια ως εισηγητής.